- φιαλομαντεία
- φῐᾰλο-μαντεία, ἡ,A divination by gazing into a saucer, prob. in PMag.Par.1.3243 (-εῖον, τό, prob. ib. 3209).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φιαλομαντεία — ἡ, Α μαντεία με παρατήρηση σε φιάλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιάλη + μαντεία (πρβλ. νεκρο μαντεία), αν δεν πρόκειται για εσφ. γρφ. αντί τού φιλομαντεία] … Dictionary of Greek
φιαλομαντείαν — φιαλομαντείᾱν , φιαλομαντεία divination by fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)